Όσοι δανειολήπτες βρίσκονται σε καθυστέρηση πληρωμής δανείου πάνω από ένα μήνα (30 ημερολογιακές ημέρες) θα λάβουν την πρώτη ειδοποίηση από την τράπεζα με την οποία θα τους καλεί να συμπληρώσουν εντός 15 εργασίμων ημερών το τυποποιημένο έντυπο, αποδεικνύοντας ότι είναι «συνεργάσιμοι».
Οι Τράπεζες ξεκίνησαν την μαζική αποστολή επιστολών προς τους ιδιώτες δανειολήπτες και τις επιχειρήσεις σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών προκειμένου να βρεθεί ένας εξωδικαστικός τρόπος ρύθμισης των δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση. Η επικοινωνία αυτή μπορεί να διενεργείται με συστημένη επιστολή ή σε ηλεκτρονική μορφή, εφόσον όμως διασφαλίζεται η επιβεβαίωση αποστολής. Απαραίτητη προϋπόθεση το δάνειο να μην είναι καταγγελμένο και να βρίσκεται σε 30 ημέρες καθυστέρηση τουλάχιστον. Η διαδικασία είναι τυποποιημένη έχει όμως πολλές παγίδες και λεπτομέρειες που οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες δανειολήπτες πρέπει να έχουν κατά νου.
Η εν λόγω επιστολή καλεί τους δανειολήπτες να ανταποκριθούν εντός σύντομης προθεσμίας (15 εργασίμων ημερών από την παραλαβή) και να υποβάλλουν στο υποκατάστημα της Τράπεζας συμπληρωμένο το τυποποιημένο έντυπο του Κώδικα Δεοντολογίας μαζί με μία σειρά από φορολογικά και οικονομικά έγγραφα προκειμένου η Τράπεζα να αξιολογήσει την οικονομική κατάσταση του ιδιώτη ή της επιχείρησης και να προτείνει την κατάλληλου τύπου ρύθμιση σύμφωνα με αυτές που προβλέπονται στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών.
Tο ίδρυμα οφείλει να παραλαμβάνει, με απόδειξη παραλαβής, την εν λόγω συμπληρωμένη Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης.
Το έντυπο αυτό πρέπει να είναι συμπληρωμένο με ειλικρίνεια και να υποβάλλεται με τα σχετικά απαιτούμενα οικονομικά στοιχεία που απαιτούνται εντός της δεκαπενθήμερης προθεσμίας.
Οι βασικοί τύποι ρύθμισης είναι 3 και είναι οι εξής:
Τύποι βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων
Η διάρκεια τους είναι μικρότερη των 5 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει:
- Καταβολή μόνο των τόκων.
- Μειωμένες δόσεις για ορισμένη περίοδο.
- Περίοδο χάριτος .
- Μεταφορά πληρωμής δόσεων για το μέλλον.
- Τακτοποίηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου.
Τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων
Η διάρκεια τους είναι μεγαλύτερη των 5 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει:
- Μόνιμη μείωση επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.
- Αλλαγή Τύπου επιτοκίου, από κυμαινόμενο σε σταθερό ή το αντίστροφο
- Παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου.
- Διαχωρισμός του δανείου σε δύο τμήματα (πχ ένα ενυπόθηκο δάνειο το οποίο θα συνεχίσει θα πληρώνεται κανονικά το μισό και το υπόλοιπο να μεταφέρεται για το μέλλον, με ρευστοποίηση περιουσιακού στοιχείου ή άλλου είδους διευθέτηση).
- Μερική διαγραφή χρεών.
- Πρόσθετη εξασφάλιση για να επιτευχθεί ευνοϊκότερη ρύθμιση.
- Λειτουργική αναδιάρθρωση της επιχείρησης με αλλαγή της διοίκησης όταν οι πιστωτές θεωρούν βιώσιμη την επιχείρηση.
- Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με Μετοχικό Κεφάλαιο όπου η Τράπεζα καθίσταται μέτοχος της επιχείρησης.
Τύποι οριστικής διευθέτησης
Ο σκοπός είναι η οριστική τακτοποίηση της οφειλής και μπορεί να περιλαμβάνει:
- Εθελοντική παράδοση Ενυπόθηκου ακινήτου (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου).
- Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου υπογράφοντας σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, με δυνατότητα μίσθωσης και χρήσης για ορισμένη χρονική περίοδο).
- Πώληση και ενοικίαση (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου με δυνατότητα μίσθωσης για ελάχιστη περίοδο τριών ετών).
- Μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα.
- Ανταλλαγή με στεγαστικό δάνειο μικρότερης αξίας για αγορά κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης μικρότερης αξίας.
Ανάλογα λοιπόν με το που θα σε κατατάξει η τράπεζα θα σου προτείνει και την κατάλληλη ρύθμιση. Άρα η πρόταση που θα γίνει προς την Τράπεζα (μπορεί να συνοδεύεται με το τυποποιημένο έγγραφο) πρέπει να είναι ειλικρινής, ρεαλιστική και να μην δραματοποιεί την κατάσταση αφού ο σκοπός είναι να παρουσιαστεί η δυσκολία ως πρόσκαιρή και βιώσιμη υπό προϋποθέσεις. Θα μπορούσε για παράδειγμα να προταθεί κούρεμα του κεφαλαίου ή μείωση του επιτοκίου αλλά και αυτό προϋποθέτει ότι εφόσον αυτό γίνει δεκτό από την Τράπεζα το νέο υπόλοιπο του δανείου που θα προκύψει θα είναι μέσα στις δυνατότητες του δανειολήπτη για αποπληρωμή. Σε διαφορετική περίπτωση αυτό θα σήμαινε ότι η επιχείρηση δεν είναι βιώσιμη ή ότι το νοικοκυριό βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία αποπληρωμής και το πιθανότερο θα ήταν η πρόταση εκ μέρους της Τράπεζας της ρύθμισης τύπου οριστικής διευθέτησης.
Νομικό πλαίσιο Κώδικα Δεοντολογίας του ν. 4224/2013 – Γενικές αρχές
Σύμφωνα με τον Κώδικα «θεσπίστηκαν γενικές αρχές συμπεριφοράς και βέλτιστες πρακτικές, οι οποίες έχουν ως στόχο την ενίσχυση του κλίματος εμπιστοσύνης, την αμοιβαία δέσμευση και την ανταλλαγή μεταξύ δανειολήπτη και ιδρύματος της αναγκαίας πληροφόρησης, προκειμένου κάθε πλευρά να είναι σε θέση να σταθμίσει τα οφέλη ή τις συνέπειες εναλλακτικών λύσεων εξυπηρέτησης των δανείων σε καθυστέρηση με τελικό σκοπό την επιλογή της καταλληλότερης, κατά περίπτωση, λύσης».
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές προς τα Τραπεζικά ιδρύματα που έχει παράσχει η Τράπεζα της Ελλάδος, «για το σχεδιασμό και την αξιολόγηση των βιώσιμων τύπων ρύθμισης, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την τρέχουσα και την μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής κάθε δανειολήπτη μέχρι το πέρας του νέου προγράμματος αποπληρωμής, ώστε η ρύθμιση να μη χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει απλώς τα πραγματικά επίπεδα κινδύνων των συγκεκριμένων ανοιγμάτων, οδηγώντας έτσι σε μεγαλύτερη υπερχρέωση».
Χρήσιμο θα ήταν να γίνει ένας διαχωρισμός ανάμεσα στους ιδιώτες δανειολήπτες και τις επιχειρήσεις αφού η κάθε κατηγορία έχει διαφορετικό τρόπο υπολογισμού των δυνατοτήτων αποπληρωμής αλλά και διαφορετικό βαθμό δυσκολίας ως προς την προετοιμασία του φακέλου πριν την υποβολή του εντύπου προς την τράπεζα.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Κάθε ίδρυμα, οφείλει να προβαίνει σε αξιολόγηση της αξίας της περιουσίας του δανειολήπτη, των τυχόν εξασφαλίσεων, εσόδων και εν γένει την προοπτική της επιχείρησης.
Τα έγγραφα που ζητούνται από την Τράπεζα θα χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας της επιχείρησης, σύμφωνα με την μεθοδολογία που ακολουθεί το ίδρυμα, λαμβάνοντας υπόψη της κατευθυντήριες γραμμές της Τράπεζας της Ελλάδος (απόφαση ΠΕΕ 42/30.05.2014). Συγκεκριμένα, θα λαμβάνεται υποχρεωτικώς υπόψη:
α) το υποβαλλόμενο επιχειρηματικό σχέδιο ή σχέδιο αναδιάρθρωσης της επιχείρησης
β) η ιδία συμμετοχή των βασικών μετόχων στο χρηματοδοτικό πλάνο του επενδυτικού σχεδίου
γ) οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της επιχείρησης
δ) οι όποιες εκτιμώμενες ταμειακές ροές
ε) οι παράγοντες κινδύνου του επιχειρηματικού σχεδίου
Άρα το μυστικό στην αποτελεσματική ρύθμιση του δανείου είναι ένα πολύ καλό σχέδιο αναδιάρθρωσης της επιχείρησης – επιχειρηματικό σχέδιο. Πρέπει να τονιστεί λοιπόν στο σχέδιο ότι η εταιρεία όχι μόνο είναι βιώσιμη αλλά πρόκειται να έχει και σημαντική αυξανόμενη κερδοφορία.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΙΔΙΩΤΕΣ
Και σε αυτή τη κατηγορία δανειοληπτών πρέπει να προσκομιστούν όλα τα αναφερόμενα έγγραφα στο έντυπο εντός της δεκαπενθήμερης προθεσμίας.
Η ουσιαστική όμως διαφορά είναι ότι η Τράπεζα θα πρέπει να λάβει υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης προκειμένου να υπολογίσει τη μηνιαία δόση για τη νέα ρύθμιση του δανείου που βρίσκεται σε καθυστέρηση.
Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης θα λειτουργούν ως σημείο αναφοράς, ώστε να αξιολογείται η δυνατότητα κάθε οφειλέτη να εξυπηρετεί τις δανειακές του υποχρεώσεις, με βάση το εισόδημά του και αφού καλύψει τις ανάγκες διαβίωσής του.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, ένας ενήλικας χρειάζεται το μήνα για να ζήσει τουλάχιστον 537 ευρώ, δύο ενήλικες 906 ευρώ, δύο ενήλικες με μένα τέκνο 1126 ευρώ και δύο ενήλικες με δύο τέκνα 1347 ευρώ.
Επομένως, για παράδειγμα αν ένας ενήλικας έχει μισθό 800 ευρώ το ποσό που θα μπορεί να δίνει ως δόση στις Τράπεζες θα είναι (800 ευρώ μείον 537 ευρώ) 263 ευρώ. Αν όμως πρέπει να καταβάλλει ενοίκιο, τότε θα προστίθεται στα έξοδά του, επομένως, αν για παράδειγμα θα πρέπει να δίνει 200 ευρώ ενοίκιο το ποσό που θα μπορεί να δίνει στις Τράπεζες θα είναι 63 ευρώ (800 ευρώ μισθός μείον (537 ευρώ εύλογες δαπάνες διαβίωσης συν 200 ευρώ ενοίκιο)).
Εάν τελικά δεν συμφωνηθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, τότε η διαφωνία, μπορεί να επιλύεται εξωδικαστικά μέσω του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή από τα αρμόδια δικαστήρια.
1,737 total views, 2 views today